Νέα κατευθυντήρια γραμμή της Endo Society
(Συγγραφέας κατευθυντήριων οδηγιών: Αναστάσιος Γ. Πίττας, καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Tufts, Βοστώνη, ΗΠΑ)
Στη διάρκεια των τελευταίων ετών δημοσιεύθηκε πλήθος ιατρικών μελετών σχετικώς με τον ρόλο της βιταμίνης D όχι μόνο όσον αφορά στη ρύθμιση των επιπέδων του ασβεστίου του σώματος και την υγεία των οστών αλλά και όσον αφορά στη σχέση της με τις ανοσολογικές αποκρίσεις του ανθρώπου και με άλλα νοσήματα.
Καθημερινή κλινική εμπειρία είναι η διαπίστωση σε μεγάλο ποσοστό εξεταζομένων ατόμων, ακόμη και φυσιολογικών, χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D.
Το γεγονός αυτό είναι αξιοπερίεργο για τη χώρα μας η οποία είναι μεταξύ των πρώτων σε ηλιοφάνεια.
Βέβαια, οι βιοπαθολόγοι (μικροβιολόγοι) προκειμένου να εκτιμήσουν και περιγράψουν στο αποτέλεσμα έλλειψης ή μη βιταμίνης D στηρίζονται στις τιμές τις οποίες τους παρέχει ο κατασκευαστής του αντιδραστηρίου που χρησιμοποιούν. Επομένως μήπως θα πρέπει να αναθεωρηθούν προς τα κάτω οι φυσιολογικές τιμές της βιταμίνης D?
Μιά έμμεση απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται στις νέες κατευθυντήριες οδηγίες της Ενδοκρινολογικής Εταιρείας που παρουσιάστηκαν πριν μία εβδομάδα (3 Ιουνίου 2024) στο ετήσιο συνέδριο της Ενδοκρινολογικής Εταιρείας και δημοσιεύθηκαν ταυτόχρονα στο περιοδικό Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism.
Οι κατευθυντήριες αυτές οδηγίες συνιστούν να μη διενεργείται η εξέταση προσδιορισμού της 25-υδροξυβιταμίνης D [25(OH)D] σε υγιή άτομα. Ζητούν ακόμη να μη δίδεται συμπληρωματική βιταμίνη D πέραν της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης σε συγκεκριμένες ομάδες κινδύνου.
Θεωρούν όμως ότι τα άτομα που μπορεί να ωφεληθούν από τη συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D είναι:
· Παιδιά ηλικίας 1-18 ετών για την πρόληψη ραχίτιδας και τη μείωση του κινδύνου λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος,
· Έγκυες γυναίκες με σκοπό να μειωθεί ο κίνδυνος μητρικών και εμβρυϊκών ή νεογνικών επιπλοκών,
· Ενήλικες άνω των 75 ετών για τη μείωση του κινδύνου θνησιμότητας, και
· Ενήλικες με προδιαβήτη για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη τύπου 2.
Στις ομάδες αυτές η σύσταση είναι για καθημερινή και όχι διαλείπουσα συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D σε ποσότητα 600 IU/ημέρα για άτομα ηλικίας 1-70 ετών και 800 IU/ημέρα για άτομα ηλικίας άνω των 70 ετών.
Οι οδηγίες αναφέρουν ότι η βέλτιστη δόση βιταμίνης D στα άτομα των ομάδων που προαναφέρθηκαν δεν είναι γνωστή επακριβώς όμως οι συστάσεις στηρίζονται στα δεδομένα των κλινικών μελετών που χρησιμοποιήθηκαν για την διατύπωση των οδηγιών.
Συμπερασματικά οι νέες αυτές διεθνείς οδηγίες συνιστούν να μη προσλαμβάνεται περισσότερη βιταμίνη D από τη συνιστώμενη ημερησίως ποσότητα από υγιείς ενήλικες ηλικίας κάτω των 75 ετών και συνιστά να μην γίνεται έλεγχος των επιπέδων της βιταμίνης D στο γενικό πληθυσμό, συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων με παχυσαρκία ή σκουρόχρωμη επιδερμίδα.
Comments